Είναι πολλά τα κιλά


Σφύριζα αμέριμνος το τραγούδι Αχ κουνελάκι, κουνελάκι ενώ οδηγούσα τη μηχανή μου στο μαύρο κρύο. Κρύο σαν πιάτο με εκδίκηση. Το παγωμένο αεράκι που γρατζουνούσε το πρόσωπό μου, είχε τραβήξει το δέρμα τόσο πολύ που ένιωθα τη μία μου ρώγα στο σαγόνι, ευτυχώς την κάλυπτε το κατσαρό μούσι. Νομίζω το μούσι ήταν. Ευτυχώς φόραγα ζιβάγκο. Υπέφερα μα με είδα στον καθρέφτη της μηχανής και ήμουν πολύ όμορφος, αλαβάστρινος, σαν άγαλμα του Χαλεπά στο λίγο πιο πεθαμένο.
Έφτασα στο φαρμακείο κι ευτυχώς με βοήθησε μια ενωμοτία προσκόπων να βάλω το σταντ και να κατέβω. Με αργά βήματα κι ενώ έσπαγαν οι πάγοι στις κλειδώσεις μου κρακ και κρουκ μπήκα στο φαρμακείο με σκοπό να ζυγιστώ. Ενιωθα πως πήρα μισό κιλό στη διάρκεια των εορτών, απλά ήθελα να το επιβεβαιώσω.
Βλέπω τη ζυγαριά περιστοιχισμένη με ατσαλένιο αγκαθόσυρμα ηλεκτροφόρο, φάρους και προειδοποιητικές πινακίδες «κ. Αντωνόπουλε Μην Πλησιάσετε Αχ! Φτάνει Πια!». Πλησιάζω, λέω περί συνωνυμίας θα πρόκειται, αποκλείεται, όταν ξαφνικά ακούω την κα Ρούλα, τη φαρμακοποιό να ουρλιάζει: Μηηηηηηηη, μην πλησιάσετε τη ζυγαριάαααα. Πριν τελειώσει ακούω ένα κλακ, κάτι είχα πατήσει. Ήταν νάρκη ναπάλμ. Αν σήκωνα το πόδι μου θα έφευγα μαζί με την κα Ρούλα, το φαρμακείο, μισό οικοδομικό τετράγωνο και δυο γατούλες που με είχαν ακολουθήσει μέχρι την πόρτα. «Μην σηκώσετε το πόδιιιιι σας!» Μα τι συμβαίνει, τη ρώτησα αμέριμνος. Μου εξήγησε πως κάθε χρόνο που έρχομαι να ζυγιστώ μετά τις γιορτές καταστρέφω τη ζυγαριά της που είναι πολύ ακριβή. Ε, φτάνει! Αποφάσισε να πάρει μέτρα ασφαλείας -μεταξύ αυτών και νάρκες- ώστε να μην πλησιάσω τούτη τη φορά.
Πέρσι, πράγματι, είχα ανέβει στη ζυγαριά και η βελόνα της έγινε ανεμιστηράκι, έσπασε το τζάμι και καρφώθηκε στον ώμο ενός συνταξιούχου εστιάτορα. Μετά ράγισε το πάτωμα και γκρεμιστήκαμε στα θεμέλια του φαρμακείου όπου μας απεγκλώβισαν τρεις μέρες μετά.
Στεναχωρήθηκα που το θυμήθηκα και αφηρημένος τράβηξα το πόδι μου από τη νάρκη. Κοιταχτήκαμε με τη φαρμακοποιό σαν να ήταν η τελευταία μας φορά, συγκινητικό, μα… Μα τίποτα. Είχα παχύνει τόσο πολύ που πάτησα τη νάρκη και αυτή απλά έγινε μαρμελάδα, βίδες και παξιμάδια.
Σήμερα δεν έχω πολύ καλή διάθεση.

©Photo: Tim De Pauw


Αφήστε μια απάντηση

Your email address will not be published. Email and Name is required.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.